Αγκαλιάζοντας Τα Συναισθήματά Μας

North Mavora Lake

«Μπορούμε να φανταστούμε μια ωραία, καθαρή λίμνη μες στη μέση ενός θαυμάσιου τοπίου. Την περιτριγυρίζουν βουνά με άσπρες κορφές και καταπράσινα δάση. Το νερό της είναι δροσερό, καθαρό και μπορούμε να δούμε μέσα του το παιχνίδισμα που κάνουν τα διάφορα χρώματα. Υπάρχουν και μερικά μέρη, όπου η λίμνη δείχνει σκοτεινή. Εκεί φαίνεται πως είναι τα πιο βαθιά της σημεία. Στο νερό της καθρεφτίζονται το χιόνι, που καμιά φορά φθάνει μέχρι την όχθη της, ο γαλάζιος ουρανός, τα σκοτεινά σύννεφα. Την άνοιξη έρχεται η εποχή των καταιγίδων και των πράσινων λιβαδιών, το καλοκαίρι ανθίζουν όλα τα λουλούδια και το φθινόπωρο επικρατεί το χρυσό χρώμα. Το νερό απ’ τις βροχές και το χιόνι μαζεύεται στις κατηφόρες και ρέει μέσα στη λίμνη. Έτσι αυτή έχει πάντα φρέσκο νερό, που την αναγεννάει και δεν την αφήνει να ξεραθεί. Ο κίνδυνος να παραγεμίσει η λίμνη και να ξεχειλίσει το νερό από τις όχθες της, να πλημμυρίσει το τοπίο γύρω της, να σπάσουν τα αναχώματα και να καταστραφούν εύφορα χωράφια, αποκλείεται από την ίδια τη φύση. Η λίμνη μας ρυθμίζεται μόνη της με μια φυσική εκροή. Μερικά μικρά ρυάκια που φέρνουν αδιάκοπα το νερό από τη λίμνη στα χωράφια και που μετατρέπονται με τις βροχές σε μικρούς ορμητικούς ποταμούς, φροντίζουν ώστε να μην ανεβαίνει αισθητά η στάθμη του νερού στη επιφάνεια της λίμνης. Ιδιαίτερα θα έπρεπε να προσέξουμε τη σημασία που έχουν για τη λίμνη και για το τοπίο τα ρυάκια που χύνονται από ψηλά στη λίμνη, καθώς κι εκείνα που φεύγουν από αυτή. Την εικόνα αυτή μπορούμε με κάποια φαντασία να τη μεταφέρουμε σε μας τους ίδιους.

Η λίμνη είναι ο τόπος όπου διαμένουν τα συναισθήματά μας. Συναισθήματα, όπως καταιγίδες, ηλιοχαρή συναισθήματα άνοιξης, βροντές οργής και μανίας, θλιμμένα βράδια μέσα σε ρομαντικές στιγμές των εποχών του χρόνου. Με άλλα λόγια: η λίμνη είναι γεμάτη μέχρι απάνω με τα συναισθήματά μας. Τα ρυάκια παριστάνουν στην εικόνα μας τους δρόμους, που δίνουν έκφραση στα συναισθήματά μας. Για όλα αντιστοιχεί ένα ρυάκι – για τις κινήσεις του σώματός μας, για τη φωνή μας, την αναπνοή μας, τις σκέψεις, τις παραστάσεις και τις φαντασίες μας. Τα συναισθήματά μας εκφράζονται λοιπόν μέσα από τέτοιους δρόμους. Το σώμα, σαν φορέας υγείας και αρρώστιας, καθώς και οι άνθρωποι και ο κόσμος γύρω μας, είναι τα χωράφια, που εφοδιάζονται και συντηρούνται με συναισθήματα. Τα συναισθήματα εναλλάσσονται στη ροή τους μέσα από τα ρυάκια. πότε ρέει θλίψη, πότε οργή, πότε χαρά ή εκδίκηση. Πρέπει να μεριμνούμε, ώστε τα συναισθήματά μας να βρίσκουν σίγουρα το δρόμο τους προς τα έξω, διαμέσου των κατάλληλων ρυακιών. Αν για έναν οποιοδήποτε λόγο επιχειρούσαμε να αποκλείσουμε τη ροή ενός συναισθήματος, επειδή δεν είναι επιτρεπτό, τότε αποκλείουμε το δρόμο αυτόν και για άλλα συναισθήματα και έτσι διαταράσσουμε την ισορροπία και τις αυτορυθμιζόμενες ενέργειες του πολυσήμαντου Όλου. Το ανάχωμα – που δημιουργούμε – δεν αφήνει το νερό να κυλήσει προς τα έξω. Νιώθουμε τον εαυτό μας φτωχό σε συναισθήματα και τον αποξενώνουμε από αυτά. Μας πιάνει φόβος όταν τα προσεγγίζουμε…»

Απόσπασμα από το βιβλίο του Γιώργου Κανακάκη «Βλέπω τα δάκρυά σου»

Γιατί δεν λέμε εύκολα Όχι;

say no1.png

Ποιος από εμάς δεν έχει βρεθεί στην αμήχανη και δύσκολη θέση να πρέπει να πει Όχι σε κάποιον που μπορεί να χρειάζεται μια χάρη ή εξυπηρέτηση… Αναμφίβολα, δεν μας είναι καθόλου  εύκολο να λέμε Όχι σε φίλους, συγγενείς, γονείς ή συνεργάτες. Είναι όμως κάποιες φορές που οι προσωπικές μας ανάγκες και επιθυμίες ζητούν επιτακτικά φροντίδα και προτεραιότητα! Εξάλλου, μια αληθινή ανθρώπινη σχέση οφείλει να βασίζεται στην αμοιβαία ειλικρίνεια, αποδοχή και εμπιστοσύνη.

Κάποιες από τις αιτίες που δυσκολευόμαστε να λέμε Όχι:

1.»Για να είσαι καλός άνθρωπος, πρέπει πάντα να φροντίζεις τους άλλους»: Πολλοί άνθρωποι έχουν ταυτίσει απόλυτα την καλοσύνη με την διαρκή παροχή φροντίδας στους άλλους. Στην αντίστροφη (και ασυνείδητη) λειτουργία αυτού, είναι σαν «ο άνθρωπος που θέτει σε προτεραιότητα τον εαυτό του να είναι κακός!».

2.»Αν λέω Όχι στους άλλους, τότε φοβάμαι ότι θα τους χάσω από τη ζωή μου.»: Το άτομο που δυσκολεύεται να αρνηθεί, φοβάται ασυνείδητα ότι (αν πει Όχι) θα χάσει τους κοντινούς του ανθρώπους – σαν να μην τον έχουν πλέον ανάγκη… Η κατάσταση αυτή συνδέεται συχνά με την υψηλή ή χαμηλή αυτοεκτίμηση του ατόμου.

3. Χαμηλή αυτοεκτίμηση και άγχος αποδοχής: Συνήθως, τα άτομα που δυσκολεύονται να πουν όχι παρουσιάζουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, και φοβούνται ότι δεν θα είναι αποδεκτοί από τους άλλους αν δεν ανταποκρίνονται διαρκώς στις ανάγκες τους.

4. Δυσκολία ανάληψης ευθύνης στη ζωή (σαμποτάζ εαυτού).: Το άτομο που φοβάται να αναλάβει προσωπικές ευθύνες στη ζωή του, θα θέτει πάντα σε προτεραιότητα τις ανάγκες των άλλων για να αποφύγει ασυνείδητα την προσωπική του εξέλιξη/ανάπτυξη και τις δυσκολίες που μπορεί να συνοδεύουν αυτή (σαμποτάζ εαυτού).

5. Αποφυγή έντονων τύψεων & ενοχών: Η αποφυγή μιας πιθανής σύγκρουσης με τους άλλους έρχεται για να προστατεύσει αμυντικά τον ψυχισμό από έντονες τύψεις και ενοχές. Συνήθως, το άτομο που διαρκώς δυσκολεύεται να θέτει σε προτεραιότητα τον εαυτό του, θα λέγαμε ότι χαρακτηρίζεται από ένα αίσθημα γενικότερης ενοχής.

6. Δυσκολία με τις διαπροσωπικές συγρούσεις (φόβος σύγκρουσης): Το άτομο που λέει πάντα Ναι, συνήθως φοβάται να συγκρουστεί με τους άλλους. Είναι αρκετές οι περιπτώσεις που το άτομο φαντασιώνεται την όποια  σύγκρουση με τους άλλους  σαν μια ανεξέλεγκτη κατάσταση θυμού και επιθετικότητας (ενώ στη πραγματικότητα ενδέχεται η σύγκρουση να είναι ήπια).  Συνήθως, το άτομο αυτό έχει κατά καιρούς καταπιέσει συναισθήματα έντονου θυμού, αρνούμενο ίσως να ακούσει τις δικές του εξίσου σημαντικές ανάγκες και επιθυμίες…

Αδιαμφισβήτητα, δε μας είναι καθόλου εύκολο να λέμε Όχι… Κάποιες φορές, όμως, μοιάζει να είναι πραγματικά η μοναδική διέξοδος! Και ας μην ξεχνάμε ότι για να τα πηγαίνουμε καλά με τους άλλους, καλούμαστε πρώτα να τα πηγαίνουμε καλά με τον ίδιο μας τον εαυτό..!

Βαλάντης Χουτοχρήστος – Ψυχολόγος, Ψυχοδυναμικός Ψυχοθεραπευτής, Επιστημονικά Υπεύθυνος του PsychoTherapy Lab

Ασυνείδητο

freud

«Η συνείδηση μοιάζει με συντριβάνι που παιχνιδίζει στον ήλιο και ξαναβυθίζεται στη μεγάλη υπόγεια δεξαμενή του ασυνείδητου από όπου πηγάζει.» – Freud S.

Το ασυνείδητο είναι μια έννοια της ψυχολογίας που -ενώ χρησιμοποιήθηκε από πολλούς στο παρελθόν- την σημερινή της ισχύ την έλαβε από τον Σίγκμουντ Φρόυντ. Το ασυνείδητο μπορεί να περιγραφεί ως εκείνο το μέρος του μυαλού το οποίο «γεννάει» πολλές νοητικές διαδικασίες οι οποίες εκδηλώνονται στο μυαλό του ατόμου χωρίς το άτομο να γνωρίζει την ύπαρξη τους. Αυτές οι διαδικασίες περιλαμβάνουν ασυνείδητα συναισθήματα, ασυνείδητες σκέψεις ή/και ιδέες, ασυνείδητες αντιλήψεις, ασυνείδητες αντιδράσεις, συμπλέγματα, φοβίες και κρυφούς πόθους και επιθυμίες.

Ο Σίγκμουντ Φρόυντ μιλώντας για τα όνειρα αναφέρει: Η αντίληψη του στοιχείου του ονείρου είναι η ακόλουθη: δεν είναι κάτι πρωταρχικό και ουσιώδες μια «καθαυτό σκέψη» αλλά ένα υποκατάστατο, για κάτι άλλο άγνωστο στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, ακριβώς όπως είναι η υποκείμενη πρόθεση ενός σφάλματος, δηλαδή ένα υποκατάστατο για κάτι που πραγματικά το γνωρίζει ο ονειρευόμενος, αλλά δεν είναι προσιτό στη γνώση του. Πρόκειται τώρα να προτείνω την εισαγωγή μιας μεταβολής στην ορολογία μας για να την κάνουμε πιο ευέλικτη. Αντί να χρησιμοποιύμε λέξεις «κρυμμένο», «απρόσιτο», «καθαυτό», ας δώσουμε μια πιο συγκεκριμένη περιγραφή και ας πούμε «απρόσιτο για την συνείδηση του ονειρευόμενου» ή «ασυνείδητο».

 Το ασυνείδητο και οι ασυνείδητες διαδικασίες

Η νευροεπιστήμη αποδέχεται το ασυνείδητο. Για παράδειγμα, ερευνητές στο Columbia University Medical Center βρήκαν πως γρήγορες εικόνες τρομακτικών προσώπων προκαλούν ασυνείδητο άγχος και μπορούν να εντοπιστούν στον εγκέφαλο με μηχανές απεικόνισης του εγκεφάλου.

 Το ασυνείδητο στην ψυχανάλυση

Αν και ο Σίγκμουντ Φρόυντ δεν ανακάλυψε για πρώτη φορά το ασυνείδητο, συνέβαλε ουσιαστικά στην μελέτη του. Κατά την περίοδο του 19ου αιώνα η επικρατούσα πεποίθηση ήταν θετικιστικής κατεύθυνσης, υπήρχε δηλαδή η άποψη πως ο άνθρωπος μπορούσε να ελέγξει με τη λογική τη συμπεριφορά του και τη σχέση του με τον κόσμο. Ο Φρόυντ πρότεινε ουσιαστικά πως αυτή η θέση είναι μία αυταπάτη καθώς οι άνθρωποι δρουν συχνά για λόγους που δεν άπτονται των συνειδητών σκέψεων τους, καθώς το ασυνείδητο μπορεί να αποτελεί την πηγή των ανθρώπινων κινήτρων. Ο Φρόυντ προέκτεινε τη θεωρία του μελετώντας συστηματικά τα όνειρα, τα οποία αποκάλεσε και τον «βασιλικό δρόμο προς το ασυνείδητο», θεωρώντας τα ως το καλύτερο δείγμα πεδίου δράσης του ασυνειδήτου.

Στην σπουδαιότερη -σύμφωνα με τον ίδιο- εργασία του Η Ερμηνεία των Ονείρων, ανέπτυξε τα επιχειρήματα του περί της ύπαρξης του ασυνειδήτου αλλά και περιέγραψε μια μεθοδολογία για την πρόσβαση του ατόμου σε αυτό, μέσω του προ-συνειδητού. Σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία , το ασυνείδητο αποτελεί ένα μεγάλο μέρος του ανθρώπινου ψυχισμού και περιλαμβάνει τις βασικές ορμές της ψυχικής ενέργειας, τα γεγονότα, τις επιθυμίες και τις παρορμήσεις που έχουν απωθηθεί από τη συνείδηση, καθώς και τις εμπειρίες της παιδικής ηλικίας που ο άνθρωπος έχει ξεχάσει, αλλά, παρόλα αυτά, καθορίζουν και κατευθύνουν τη ζωή του. Ο Φρόυντ ξεχώρισε το μυαλό στο συνειδητό ή το εγώ και σε δύο μέρη του ασυνείδητου, το εκείνο και το υπερεγώ. Σε αυτή την θεωρία, το ασυνείδητο αναφέρεται στο μέρος της νοητικής διαδικασίας όπους τα αντικείμενα είναι απρόσιτα προς την συνείδηση.

Στην ψυχανάλυση το ασυνείδητο δεν αποτελείται μόνο απ’ότι δεν είναι συνειδητό αλλά απ’ότι ενεργά απωθείται από την συνείδηση ή ό,τι το άτομο δεν θέλει να γνωρίζει συνειδητά. Ο ψυχαναλυτής τότε προσπαθεί να επαναφέρει στην συνείδηση αυτό το οποίο το άτομο απώθησε στο ασυνείδητο. Τα μηνύματα ωστόσο που πηγάζουν απο μια αντίθεση στο συνειδητό και το ασυνείδητο θα θέλουν πιθανώς μια «»αποκρυπτογράφηση»» και ο ψυχαναλυτής είναι αυτός ο οποίος θα αποκρυπτογραφήσει τα μηνύματα αυτά και θα τα παρουσιάσει στο άτομο.

 Το συλλογικό ασυνείδητο

Ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ ανέπτυξε περισσότερο την θεωρία. Χώρισε το ασυνείδητο σε δυο μέρη: το προσωπικό ασυνείδητο και το συλλογικό ασυνείδητο. Το προσωπικό ασυνείδητο είναι τα στοιχεία του ατόμου τα οποία έχουν λησμονηθεί ή έχουν απωθηθεί. Το συλλογικό ασυνείδητο είναι ένα μέρος του ασυνείδητου νου, κοινό σε όλους τους ανθρώπους και περιέχει αρχέτυπα, παγκόσμιες νοητικές «προδιαθέσεις» μη βασισμένες στην εμπειρία.

Πηγή: http://www.wikipedia.org

Σαδομαζοχιστικές Σχέσεις

sadism2.jpg

Δεν υπάρχει αμφιβολία πώς, ως προς τις πρακτικές συνέπειες, η επιθυμία να εξαρτάσαι ή να υποφέρεις είναι αντίθετο της επιθυμίας να κυριαρχείς ή να κάνεις τους άλλους να υποφέρουν. Ψυχολογικά όμως και οι δύο τάσεις είναι αποτέλεσμα μιας βασικής ανάγκης που πηγάζει από την ανικανότητα ανοχής της μοναξιάς και της αδυναμίας του εγώ. Προτείνω να ονομαστεί η επιδίωξη που βρίσκεται στη βάση του σαδισμού και του μαζοχισμού συμβίωση. Η συμβίωση, με την ψυχολογική της έννοια, σημαίνει τη συνένωση ενός ατομικού εγώ με ένα άλλο εγώ (ή μια άλλη δύναμη έξω από το εγώ) με τέτοιο τρόπο ώστε καθένα από τα εγώ να χάνει την ακεραιότητα του και καθένα να αλληλοεξαρτάται απόλυτα από το άλλο. Το σαδιστικό πρόσωπο έχει ανάγκη το αντικείμενο του, το ίδιο όπως το και το μαζοχιστικό έχει ανάγκη από το δικό του. Μόνο που αντί να αναζητήσει τη σιγουριά με το να απορροφηθεί, την κερδίζει απορροφώντας κάποιον άλλον. Και στις δυο περιπτώσεις η ακεραιότητα του ατομικού εγώ χάνεται. Στη μια περίπτωση διαλύω το εγώ μου μέσα σε μια εξωτερική δύναμη. Χάνω το εγώ. Στην άλλη περίπτωση, μεγαλώνω το εγώ μου, κάνοντας ένα άλλο πρόσωπο μέρος του εαυτού μου και έτσι αποκτώ τη δύναμη που μου έλειπε σαν ανεξάρτητο εγώ. Σε όλες τις περιπτώσεις στην παρόρμηση για τη δημιουργία  σχέσης συμβίωσης με κάποιον άλλο οδηγεί η ανικανότητα να υποφέρει κανείς τη μοναξιά του ατομικού του εγώ. Αυτό κάνει πρόδηλους τους λόγους για τους οποίους η σαδιστική και η μαζοχιστική τάση συμπλέκονται η μια πάντα με την άλλη. Μολονότι στην επιφάνεια παρουσιάζονται σαν αντιφάσεις, στην ουσία πηγάζουν από την ίδια βασική ανάγκη. Οι άνθρωποι δεν είναι σαδιστές ή μαζοχιστές, αλλά υπάρχει μια σταθερή διακύμανση ανάμεσα στην ενεργητική και στην παθητική πλευρά του συμπλέγματος διαβίωσης, ώστε είναι συχνά δύσκολο να καθορίσουμε ποια πλευρά του συμπλέγματος αυτού ενεργεί σε δοσμένη στιγμή. Και στις δύο περιπτώσεις η ελευθερία και η ατομικότητα χάνονται.

Συχνά και όχι μόνο στη λαϊκή χρήση, ο σαδομαζοχισμός μπερδεύεται με τον έρωτα. Ιδιαίτερα τα σαδομαζοχιστικά φαινόμενα ερμηνεύονται σαν ερωτικές εκδηλώσεις. Η στάση πλήρους αυταπάρνησης για το χατίρι ενός άλλου και η παράδοση των απαιτήσεων σου σ’ ένα άλλον εξυμνούνται σαν παραδείγματα «μεγάλου έρωτα». Φαίνεται πως δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη «αγάπης» από τη θυσία και την προθυμία να παραδοθείς για χατίρι του αγαπημένου σου προσώπου. Στην πραγματικότητα σ’ αυτές τις περιπτώσεις η «αγάπη» είναι ουσιαστικά μαζοχιστική επιθυμία που πηγάζει από την ανάγκη συμβίωσης του ενδιαφερόμενου προσώπου. Αν λέγοντας έρωτα εννοούμε την ένωση δύο ανθρώπων πάνω στη βάση της ανεξαρτησίας και της ακεραιότητας των ενδιαφερόμενων προσώπων, τότε ο μαζοχισμός και ο έρωτας είναι αντίθετα. Ο έρωτας βασίζεται στην ισότητα και την ελευθερία. Αν βασίζεται στην υποταγή και την απώλεια της ακεραιότητας του ενός συντρόφους είναι μαζοχιστική εξάρτηση, ανεξάρτητα από το αν η σχέση έχει λογική μορφή. Ο σαδισμός επίσης εμφανίζεται συχνά κάτω από τη μάσκα του έρωτα. Η κυριαρχία ενός άλλου, ο ισχυρισμός πως το να εξουσιάζεις κάποιον το κάνεις για το καλό του, εμφανίζεται συχνά σαν έκφραση αγάπης, ενώ ο ουσιαστικός παράγοντας είναι η χαρά της κυριαρχίας.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Ο φόβος μπροστά στην ελευθερία» του Έριχ Φρόμ

Σίγκμουντ Φρόυντ: Ο κατακτητής της ψυχής

freud4

«Γεννήθηκα στις 6 Μαΐου του 1856, στο Φράιμπουργκ της Μοραβίας, μια μικρή πόλη της σημερινής Τσεχοσλοβακίας. Οι γονείς μου ήταν Εβραίοι. Εγώ ο ίδιος παρέμεινα Εβραίος.» -Σ. Φρόυντ

«Η ζωή μου και η ψυχανάλυση»

Πόσο γνώριμος είναι ο ιδρυτής της πιο διάσημης και ταυτόχρονα πιο παρερμηνευμένης θεωρίας; Τι γνωρίζουμε για τη ζωή του;

Δεκάδες βιογραφίες, αρχίζοντας από την πρώτη, εκείνη του έμπιστου και αφοσιωμένου μαθητή του, του Ε. Τζόουνς, επιχειρούν να αποτυπώσουν τη ζωή του. Ο ίδιος όμως θεωρούσε αδύνατο ένα τέτοιο εγχείρημα.

«Δεν μπορούμε να γίνουμε βιογράφοι χωρίς να συμβιβαστούμε με την ψευδολογία, με την απόκρυψη, την υποκρισία, την κολακεία, για να μην αναφέρουμε και τη συγκάλυψη της ίδιας μας της ακατανοησίας. Η βιογραφική αλήθεια είναι απροσπέλαστη» (γράμματα στον Τσβάιχ, 1936).

Να παραιτηθούμε από βιογραφικές ενασχολήσεις, μας παροτρύνει ο Φρόυντ. Αλλωστε, «η ζωή μου δεν έχει ενδιαφέρον παρά μόνο σε σχέση με την ψυχανάλυση» συνήθιζε πάντα να λέει.

Το ηδονοβλεπτικό ωστόσο αναγνωστικό βλέμμα δεν σταμάτησε να αναζητεί λεπτομέρειες της ζωής του, από τις πιο ασήμαντες ως εκείνες που θεωρούσε τις πιο σημαντικές.

Πολύτιμο υλικό στάθηκαν το Αρχείο Φρόυντ και τα εννιακόσια γράμματα που είχε στη διάρκεια των αρραβώνων του ανταλλάξει με την αγαπημένη του σύζυγο Μάρθα Μπάρνεϊ. Τότε που ως νεαρός γιατρός έκανε στο Παρίσι  την ειδικότητά του.

Ένα γράμμα, ακόμη και δύο κάθε ημέρα για τέσσερα συνεχώς χρόνια. Γράμματα μιας υψηλής λογοτεχνικής και ιστορικής αξίας, μάρτυρες μιας εποχής (που δεν είχε – φευ! – τηλέφωνα και κινητά για να ακυρώνει την επικοινωνία) και ενός ψυχισμού που παλλόταν από έρωτα για τη γνώση και τότε για τη Μάρθα!.. που την αποκαλούσε «Αγαπημένη μου, μικρή μου πριγκίπισσα».

freud7

Αντικρουόμενα συναισθήματα

Εκατόν πενήντα χρόνια μετά τη γέννησή του ο Φρόυντ εξακολουθεί να προκαλεί απορία, θαυμασμό, επιφύλαξη, δέος, αποστροφή. Ωσεί παρόντα και ζωντανά συναισθήματα. Σαν να ήταν χθες που το «σκάνδαλο» της ψυχανάλυσης πρόβαλε στον ακαδημαϊκό και κοινωνικό ορίζοντα της δυτικοευρωπαϊκής κουλτούρας.

Ιδού πώς ήθελε ο ίδιος να περιγράφει τον εαυτό του:

«Στην πραγματικότητα δεν είμαι επιστήμονας ούτε ερευνητής ούτε ένας πειραματιστής, ούτε καν στοχαστής. Από τη φύση μου είμαι μονάχα ένας κονκισταδόρος, ένας εξερευνητής, αν προτιμάς αυτόν τον όρο, κι έχω όλη την περιέργεια, την τόλμη, την επιμονή που χαρακτηρίζει το είδος τούτο των ανθρώπων. Σε γενικές γραμμές, δεν αναγνωρίζεται η αξία τους παρά μονάχα όταν πετύχουν, όταν ανακαλύψουν κάτι το ουσιαστικό, διαφορετικά παραμερίζονται» (γράμμα στον Φλις, 1990).

Ο πόθος του πραγματοποιήθηκε. Κατάφερε να μείνει στην Ιστορία. Να ανακαλύψει «κάτι το ουσιαστικό» «ώστε να μην παραμερισθεί». Το «κάτι ουσιαστικό» που ανακάλυψε δεν ήταν τίποτε λιγότερο από την ανακάλυψη του πλανήτη της ψυχής. Τίποτε λιγότερο από τη διερεύνηση της κρυμμένης λογικής του α-συνείδητου και της αλήθειας λησμονημένων επιθυμιών μας.

Η επιφύλαξη και η καχυποψία ούτε στιγμή δεν σταμάτησαν να υπονομεύουν τη θεωρία του. Δεν είναι να απορείς.

freud6

Η ανατροφοδότηση του έργου του

Μετά τον Φρόυντ τίποτε δεν είναι όπως πριν. Στέρεα εμπεδωμένες αλήθειες για τον ψυχισμό, τη σεξουαλικότητα και την παιδική αθωότητα υφίστανται μια βίαιη ανατροπή. Το συγκροτημένο Εγώ εμφανίζεται να είναι μια αυταπάτη. Ο διχασμός του υποκειμένου, η αέναη ενδοψυχική σύγκρουση ανάμεσα στις ενορμήσεις του Ερωτα και του Θανάτου, οι μυστικές συγγένειες που ενώνουν το φυσιολογικό με το παθολογικό είναι τα ανεξίτηλα ίχνη που κληροδότησε στην κουλτούρα μας. Δραματικά αλλάζει ο τρόπος που βιώνουμε τον εαυτό μας, τον πολιτισμό μας, τον άλλον και το «άλλο» έξω από εμάς, καθώς και τον άλλον και το «άλλο» μέσα σε εμάς.

Παραδόξως όμως ακόμη και όταν οι πολέμιοι φτάνουν στο σημείο μιας κραυγαλέας υποβάθμισης και περιφρόνησης του έργου του, προβαίνοντας ακόμη και στην υλοποίηση μιας Μαύρης Βίβλου της Ψυχανάλυσης, εκείνο που μοιάζει να επιτυγχάνεται είναι η αυτο-τροφοδότηση της σημασίας του έργου του. Οσο πιο πολύ πλήττεται τόσο πιο πολύ η ανατροφοδότηση επιμένει.

Ετσι η ενεργός απουσία του Φρόυντ μοιάζει να σημαδεύει και τις απαρχές του νέου αιώνα που διανύουμε.

Το 1895 παρουσίαζε μαζί με τον Breuer για πρώτη φορά τις «Μελέτες πάνω στην Υστερία».

«Είναι δυνατόν;» αναρωτήθηκαν τότε οι αξιοσέβαστοι συνάδελφοί του. «Είναι δυνατόν;» συνέχισαν να αναρωτώνται όσο ο Φρόυντ προχωρούσε στη θεωρία του και γνωστοποιούσε τα αποτελέσματά της.

– Είναι δυνατόν να έχουν κάποιο νόημα οι α-νόητες φαντασιώσεις των υστερικών γυναικών;

– Είναι δυνατόν το σώμα να θυμάται;

– Είναι δυνατόν οι υστερικές γυναίκες να πάσχουν από αναμνήσεις;

– Είναι δυνατόν το «αθώο» παιδί να είναι ένα πολύμορφα διεστραμμένο πλάσμα;

– Είναι δυνατόν η ενόρμηση του θανάτου να εγγράφεται μέσα στον ψυχισμό και να προσδιορίζει τη συμπεριφορά μας;

– Είναι δυνατόν ασυνείδητες διεργασίες να προσδιορίζουν τις σκέψεις και τις επιθυμίες μου; Είναι δυνατόν να μην έχω τον έλεγχο της συνείδησής μου;

Οχι, δεν είναι δυνατόν, απάντησαν και έσπευσαν να θεωρήσουν το έργο του ένα «επιστημονικό παραμύθι».

Δεν ξέρω, ίσως αυτό το αλλοτινό ερώτημα «Είναι δυνατόν;» να παρεισφρύει στο συλλογικό φαντασιακό και των σημερινών επικριτών του.

Ισως η παλαιά εκείνη δυσπιστία να μην έχει ουσιαστικά ουδέποτε αρθεί. Προφανής άλλωστε παραμένει η επικινδυνότητα μιας τέτοιας «άβολης» και «διαταρακτικής» θεωρίας. Μιας θεωρίας που εξορίζει το γνωρίζον υποκείμενο από τη θαλπωρή των βεβαιοτήτων του και πλήττει θανάσιμα (χωρίς όμως να την αίρει) μια μακροχρόνια παράδοση ορθολογικής σκέψης.

freud8

Το σώμα της ψυχανάλυσης μοιάζει να είναι καταδικασμένο να μην παρακμάζει! Μια παράδοξη νεότητα μοιάζει να το περιφρουρεί από τη σήψη. Ενα παράδοξο μη-γήρας!

Ενα μη-γήρας που συναγωνίζεται σε ορμή την εμπάθεια των επικριτών του.

Ως πότε; Πόσο θα κρατήσει αυτό;

«Εκεί που είναι το Αυτό να γίνει Εγώ». Το ζητούμενο της ψυχανάλυσης. Οσο το αίτημα αυτό θα παραμένει ανοιχτό στον ορίζοντα τόσο ίσως θα παραμένει ζωντανή και η ενεργός απουσία του Φρόυντ. «Εκεί που είναι το Αυτό να είμαι εγώ» αντέτεινε ο Καστοριάδης.

Με άλλα λόγια, το ζητούμενο είναι και παραμένει η δυνατότητα ύπαρξης ενός ατόμου ικανού να στοχάζεται επάνω στις επιθυμίες και στις ενορμήσεις του. Δίχως να λογοκρίνει, δίχως να αγνοεί το δυναμικό της βίας που αυτές εμπεριέχουν, να μπορεί να αποφασίζει αν θα τις πραγματοποιήσει ή όχι. Να ρίχνει φως και να αποκωδικοποιεί τα σκοτάδια του ασυνείδητου.

Ουτοπία; Ισως.

Η σειρά μας τώρα να αναρωτηθούμε «Είναι δυνατόν;». Πόσα περιθώρια υλοποίησης μιας τέτοιας ευχής έχει σήμερα το άτομο; Στην αυγή του 21ου αιώνα η χρεοκοπία του ορθού λόγου, η αίσθηση μιας γενικευμένης απελπισίας και ανημποριάς που περιβάλλει το άτομο μοιάζει να μεταποιεί τη φράση αυτή σε έναν μακρινό, σχεδόν μεταφυσικό στόχο.

Η βαθύτατα απαισιόδοξη φύση του Φρόυντ όμως δεν ήταν εν τέλει ικανή να τον κάνει να αρνηθεί το δικαίωμα στην πίστη αυτή. Στην πίστη ότι εκεί που είναι αυτό θα είναι το εγώ.

freud5

Ρωγμή στην ψευδαίσθηση

Αξίζει λοιπόν έστω και την τελευταία στιγμή, εκεί που όλα μοιάζουν τελειωμένα, να μην εγκαταλείψει κανείς αυτή την πίστη.

Αφέλεια; Ίσως.

Η ψυχαναλυτική γνώση όμως δεν είναι μόνο μια εξοικείωση με τη σκοτεινή και αβυσσαλέα εσωτερικότητά μας αλλά παρέχει και μια δυνατότητα υπέρβασής της. Άλλωστε ως προμετωπίδα στο πιο σημαντικό του έργο, την «Ερμηνευτική των Ονείρων», που είδε το φως της δημοσιότητας στην έναρξη ακριβώς του 20ού αιώνα, ο Φρόυντ διάλεξε αυτή τη φράση: «Αν δεν μπορέσω να κινήσω τις ουράνιες δυνάμεις, θα κινήσω τις δυνάμεις του Αχέροντα».

Σε υπερφωτισμένους καιρούς όπου κυριαρχούν η λήθη του εαυτού και η απομάκρυνση από τον μέσα χώρο η αυτογνωσία που προσφέρει η φροϋδική θεωρία είναι ένας πολύτιμος οδηγός επιβίωσης.

Άλλωστε αξίζει να επισημάνουμε ότι η ψυχανάλυση είναι μια πασίγνωστη αλλά εν τέλει σχεδόν άγνωστη θεωρία, με κακοποιημένες από τη λανθασμένη χρήση έννοιες όπως «οιδιπόδειο», «σύμπλεγμα» και «λίμπιντο». Έννοιες που έχουν οικειοποιηθεί και κακοποιηθεί από τον καθημερινό λόγο δημιουργώντας μια ψευδαίσθηση γνώσης.

Από τη Φωτεινή Τσαλίκογλου, καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συγγραφέας του μυθιστορήματος «Εγώ, η Μάρθα Φρόυντ» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Πηγή: http://www.o-klooun.com/anadimosiefseis/sigkmount-froynt-o-kataktitis-tis-psyxis

Τρώμε πολύ όταν δεν είμαστε παρόντες στη ζωή μας

food.jpg

Μερικές φορές αναλογίζομαι την ποιότητα της ζωής μας. Πόσο ευχαριστημένοι είμαστε από όσα έχουμε ζήσει; Αν κάποιος μας έλεγε σήμερα ότι είναι η τελευταία μας μέρα πόσο γεμάτη θα την βαθμολογούσαμε με μια κλίμακα από το 0 έως το 10; (όπου 0 σημαίνει εντελώς άδεια και 10 σημαίνει πολύ γεμάτη).

Πρόσφατα ένας εβδομηνταπεντάρης, σε μια φιλοσοφικού τύπου συζήτηση που είχαμε για τη ζωή, μου αποκρίθηκε με σοφία και γνώση ότι «η ζωή είναι πάρα πολύ μικρή γι’ αυτό αξίζει να ζεις την κάθε στιγμή».

Η τετριμμένη ατάκα του παππού στάθηκε αφορμή για περισυλλογή και εκείνη τη στιγμή θυμήθηκα το τελευταίο βιβλίο του ο Iρβιν Γιάλομ «Πλάσματα μιας μέρας» όπου είχα διαβάσει το εξής: «Ο φόβος που νιώθουμε για τον θάνατο είναι άμεσα συνδεδεμένος με το πόση ζωή δεν έχουμε ζήσει».

Μέσα από τα σοφά κατά τα άλλα λόγια του παππού και του διάσημου συγγραφέα διαπίστωσα την πλήρη αποσύνδεση μας με το παρόν. Ένα παρόν μέσα στο οποίο σχεδόν δεν βρισκόμαστε ποτέ.

Τις προάλλες με επισκέφτηκε στο γραφείο μια κυρία όπου το πρόβλημα της ήταν η μεγάλη κατανάλωση φαγητών και γλυκών αργά το βράδυ στην τηλεόραση. Γι’ αυτήν είναι η μοναδική στιγμή όπου μπορεί να ηρεμήσει. Τα παιδιά είναι για ύπνο, ο σύζυγος στην δικιά του τηλεόραση και η ίδια αγκαλιά με ότι μπορεί να σκεφτεί κανείς ότι υπάρχει μέσα στο ντουλάπι.

Όμως δεν έχει κάτι συγκεκριμένο να δει στην τηλεόραση. Δεν βλέπει την αγαπημένη της σειρά, ούτε κάποια ταινία που να την ενδιαφέρει. Δεν ξέρει αν προτιμάει να φάει κάτι γλυκό ή κάτι αλμυρό. Για την ακρίβεια δεν βλέπει και πολύ καλά αυτό που βάζει στο στόμα της.

Τις περισσότερες φορές αδυνατεί να προσδιορίσει την γεύση του, την υφή του ή την μυρωδιά του. Δεν βρίσκεται ούτε μπροστά στην τηλεόραση, ούτε μπροστά στο φαγητό της. Σκέφτεται τη δουλειά. Τα λεφτά. Τα παιδιά. Την σχέση της. Τα κιλά της. Αλλά δεν σηκώνει βλέμμα από την τηλεόραση. Νιώθει απογοήτευση και αβεβαιότητα. Δεν ξέρει τι να πρωτοπιάσει. Απλά τρώει.

Μέχρι που δεν πάει άλλο και φεύγοντας για ύπνο ζαβλακωμένη και σχεδόν κακοποιημένη από το φαγητό αφήνει πίσω μια τελευταία σκέψη. Από αύριο κομμένα όλα! Από αύριο… Σ’ όλο το βράδυ δεν υπήρξε στο παρόν της ούτε για ένα δευτερόλεπτο. Το μυαλό ήταν βυθισμένο σε σκέψεις που είχαν να κάνουν με το παρελθόν και το μέλλον.

Ακούγοντας με προσοχή όλα τα παραπάνω προσπαθούσα να σκεφτώ με ποιο τρόπο θα μπορούσα να φανώ χρήσιμος όντας διαιτολόγος. Πόσο συνδεδεμένος θα ήμουν στο δικό μου παρόν εάν της έλεγα αντί για τα κρουασάν, τις σοκολάτες, τα πατατάκια και τους ξηρούς καρπούς να έτρωγε γιαουρτάκι με μέλι και καρύδια; Αν το έκανα μάλλον δεν θα άκουγα. Και αν δεν ακούς, δεν είσαι παρών!

Μήπως το γιαουρτάκι θα προσέθετε ποιότητα στη ζωή της παραμερίζοντας όλα όσα έχει στο μυαλό της; Σίγουρα όχι! Απλά θα της μείωνε το βάρος με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα άντεχε να το κρατήσει για καιρό. Η απογοήτευση όμως θα ήταν μεγάλη καθώς θα ανακάλυπτε ότι η απώλεια βάρους που πέτυχε δεν ήταν αρκετή για να φτάσει τις προσδοκίες που είχε.

Πολλές φορές η ανάγκη για να αποκτήσουμε τον έλεγχο στη ζωή μας εκφράζεται μέσω της προσπάθειας για μείωση του βάρους που θέλουμε να πετύχουμε μέσα από τον περιορισμό της τροφής μας. Είναι πολύ πιο εύκολο όλα μας τα προβλήματα να τα κάνουμε ένα κουβάρι και να καρφιτσώσουμε επάνω την ταμπέλα «Δίαιτα» κυνηγώντας με μανία το ξεφόρτωμα των κιλών αντί να σκεφτούμε τη σχέση μας με τη διατροφή και τη θέση της στη ζωή μας.

Είναι πολύ δύσκολο να αλλάξεις μια συμπεριφορά αν δεν είσαι παρών την ώρα που τη κάνεις. Αν τρως με την προσοχή σου αποσπασμένη αλλού όπως για παράδειγμα με τις σκέψεις να τρέχουν μπροστά στην τηλεόραση δεν θα μπορέσεις να αλλάξεις την συμπεριφορά. Δεν επικεντρώνεσαι στην μπουκιά, στην γεύση, στη μυρωδιά. Δεν μασάς καλά. Δεν αφιερώνεις χρόνο σ’ αυτό γιατί πάντα πρέπει να κάνεις κάτι άλλο. Αν όλο αυτό το φέρεις στην πλήρη επίγνωση σου τότε μόνο θα έχεις τον έλεγχο της πράξης σου.

Για να χορτάσεις λοιπόν το σώμα σου θα πρέπει παράλληλα να έχεις χορτάτη την ζωή σου. Και για να έχεις χορτάτη τη ζωή σου θα πρέπει να είσαι παρών. Παρών σ’ αυτό που βλέπεις, που αισθάνεσαι, που μυρίζεις, που αναπνέεις.

Παρών σ’ αυτό που τρως, παρών σ’αυτόν που μιλάς, παρών στον χώρο που βρίσκεσαι. Το παρόν είναι ουσιαστικά η μοναδική στιγμή μέσα στην οποία υπάρχουμε. Και το να δίνεις σημασία στο παρόν είναι η μοναδική στιγμή όπου μπορείς πραγματικά να ζεις.

Από την επιστημονική ομάδα των διατροφολόγων Ευάγγελου Ζουμπανέα,  Αντρέας Κωνσταντίνου

Πηγή:  http://www.awakengr.com/trome-poly-otan-den-imaste-parontes-sti-zoi-mas/

Ραδιοφωνική συνέντευξη: «Το ψυχικό βάρος της αρνητικής κριτικής»

Ραδιοφωνική συνέντευξη του ψυχολόγου & ψυχοθεραπευτή Βαλάντη Χουτοχρήστου στον Easy 97.2 και την εκπομπή «Η Ζωή για την ζωή σας» με την Ζωή Κυριακού. Θέμα της εκπομπής είναι «το ψυχικό βάρος της αρνητικής κριτικής». Γιατί ασκούμε αρνητική κριτική; Πόσο ευάλωτοι είμαστε απέναντι στη κριτική διάθεση των άλλων; Πόσο αυστηροί γινόμαστε με τους άλλους ή και με τον ίδιο μας τον εαυτό;

“Αν αγαπάς, υποφέρεις. Αν δεν αγαπάς, αρρωσταίνεις.”

sunrise1.jpg

“Αν αγαπάς, υποφέρεις. Αν δεν αγαπάς, αρρωσταίνεις.”

Η φράση αυτή είναι μία από τις πιο γνωστές του Σίγκμουντ Φρόυντ. Περιλαμβάνεται στο βιβλίο του «Για το Ναρκισσισμό. Μια εισαγωγή» και τώρα τη βλέπουμε να κυκλοφορεί σε όλα τα κοινωνικά δίκτυα. Πολλοί νομίζουν ότι αυτή η φράση είναι ρομαντική, αλλά η αλήθεια είναι ότι είναι πολύ περισσότερο από αυτό.

Ο Σίγκμουντ Φρόυντ και η ψυχανάλυση, αμφισβητήθηκαν αμέτρητες φορές. Η πιο συχνή κριτική που τους ασκείται είναι ότι είναι μη επιστημονικοί. Παρόλα αυτά, πολλές από τις θεωρίες του Φρόιντ επηρέασαν όλες τις ανθρώπινες επιστήμες συμπεριλαμβανομένων «δύσκολων» κλάδων, όπως η ψυχιατρική.

Σε κάθε περίπτωση, η αλήθεια είναι ότι λίγοι αμφισβητούν την σημασία της αγάπης στην ανθρώπινη εξέλιξη. Από τη στιγμή που ανοίγουμε τα μάτια μας στον κόσμο, υποφέρουμε από μια έλλειψη. Την έλλειψη ενός άλλου ανθρώπου. Δεν υπάρχει περίπτωση να επιβιώσουμε ή να μεγαλώσουμε αν αυτό το άλλο άτομο δεν είναι εκεί ώστε να το κάνει να συμβεί.

Αυτό με άλλα λόγια σημαίνει ότι αν δεν υπάρχει έστω και μια ελάχιστη αγάπη στο ξεκίνημα της ζωής μας, αυτό γίνεται αδύνατο. Κάποιος πρέπει να εξυπηρετήσει τις ανάγκες μας, αλλιώς θα πεθάνουμε.

Το ανθρώπινο ον είναι για πάντα ένα ον που έχει ανάγκη. Ένα πλάσμα που του λείπει συνεχώς κάτι. Κατοικεί σε ένα κενό που είναι αδύνατο να γεμίσει, ακόμα και όταν μερικές φορές πιστεύουμε ότι δεν είναι. Αυτό γίνεται γιατί είμαστε για πάντα και συνεχώς καταδικασμένοι σε μια απελπιστική μοναξιά. Όσο και να καταφέρνουμε να αποκτήσουμε στενούς δεσμούς αγάπης, η πραγματικότητα είναι ότι γεννιόμαστε, ζούμε και πεθαίνουμε ουσιαστικά μόνοι.

Αν αγαπάς, υποφέρεις.

Στην αγάπη, πολλές μορφές πόνου έρχονται στο παιχνίδι που κυμαίνονται από το να αγαπιόμαστε και να μην αγαπιόμαστε, στο να ανακαλύπτουμε ότι η αγάπη δεν λύνει τίποτα. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, δεν υπάρχει τρόπος να αγαπήσουμε χωρίς να υποφέρουμε. Γιατί πρέπει να γίνεται έτσι; Γιατί η αγάπη δεν οδηγεί στην ευτυχία και μόνο σε αυτήν; Δεν είναι ένας μαζοχιστικός τρόπος σκέψης;

Ο έρωτας είναι εμμονικός, αλλά την ίδια στιγμή μας δίνει μια αίσθηση ζωντάνιας που είναι δύσκολο να πετύχουμε μέσω άλλων εμπειριών. Αυτή η εμμονή της αγάπης είναι απαίσια αλλά την ίδια στιγμή απολαυστική. Απεικονίζεται πολύ καλά στο «Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας» όπου κάπου γράφει πως «τα συμπτώματα του έρωτα είναι παρόμοια με εκείνα της χολέρας».

Ναι. Το να ερωτευόμαστε είναι πόνος με απόλαυση. Πόνος όταν δεν είστε κοντά στο άλλο άτομο και νιώθετε σαν να πρόκειται να πεθάνετε όταν υποψιάζεστε ότι όλα μπορούν να τελειώσουν. Γνωρίζοντας πως θα κάνατε τα πάντα για να είστε παρέα με αυτό το άτομο που σας έκλεψε την καρδιά. Το συναίσθημα της αγάπης εναλλάσσεται με εκείνο του φόβου πως θα χάσετε εκείνον που αγαπάτε. Ο ενθουσιασμός σμίγει με τις ύπουλες αμφιβολίες.

Όταν αυτή η ζωηρή φάση του κολλήματος τελειώσει, βιώνετε ένα είδος μονομαχίας στην αρχή. «Κάτι» έφυγε, «κάτι» δεν είναι όπως πριν. Ξέρετε ότι ακόμα αγαπάτε αυτό το άτομο, αλλά επίσης ξέρετε ότι αυτή η αγάπη έχει όρια. Τότε πονάτε γιατί πρέπει να πείτε αντίο στην ψευδαίσθηση αυτής της ρομαντικής και αιώνιας αγάπης.

Αν δεν αγαπάς, αρρωσταίνεις.

Όταν ένα άτομο έχει δυσκολία στο να δημιουργήσει δεσμούς αγάπης με τους άλλους, τότε γίνεται πολύ ευάλωτο, συναισθηματικά και διανοητικά. Η μυστικότητα, η υπερβολική απομόνωση, η δυσκολία στην επικοινωνία με τους άλλους και η κατανόηση τι σκέφτεται ή νιώθει ο άλλος, είναι σημάδια ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά. Το άτομο αρρωσταίνει.

Όλοι περνάμε από στάδια που είμαστε διστακτικοί ή απρόθυμοι να επικοινωνήσουμε με άλλους ή φάσεις όπου θέλουμε να είμαστε μόνοι μας. Αλλά όταν αυτό γίνεται ένα σχετικά μόνιμο μοτίβο, τότε υπάρχουν προβλήματα. Υπάρχει ένα δυνατό αίσθημα αποσύνδεσης από τη ζωή και ροπής προς οτιδήποτε αντιπροσωπεύει το θάνατο.

Είναι σαν κάποιος να έχει κουραστεί με τον εαυτό του. Αυτή η υπερβολική εστίαση στον εαυτό, αργά η γρήγορα, θα καταλήξει σε άγχος και εμμονή. Επίσης θα καταλήξει σε μια πολύ αντιπαραγωγική ζωή, με λίγο και μικρό νόημα. Ή φέρεται στους άλλους σαν να είναι εργαλεία. Πράγματα που εξυπηρετούν τον σκοπό του. Υπό αυτή την κατάσταση απομακρύνεται όλο και πιο πολύ από την πιθανότητα να φτάσει εκεί όπου θέλουμε όλοι: Στην εσωτερική ειρήνη και γαλήνη.

Πηγή: http://www.awakengr.com/an-agapas-ypoferis-an-den-agapas-arrostenis/

Αντέχουμε να ακούμε..;

listen2
Διστάζουμε συχνά να μοιραστούμε με κοντινούς μας ανθρώπους κάποιες σημαντικές αλήθειες που διακρίνουμε και αφορούν την ζωή τους, αλήθειες που πιθανόν να τους βοηθούσαν κατά πολύ εάν τις γνώριζαν. Φοβόμαστε μη τυχόν και τους πληγώσουμε, τους αναστατώσουμε, ή τους χάσουμε… 
Φαίνεται, ωστόσο, ότι αυτό το συναισθηματικό μπλοκάρισμα βασίζεται συχνά σε ασυνείδητες προβολές των δικών μας φόβων: Πόσο ενδέχεται να φοβόμαστε ότι εμείς οι ίδιοι θα πληγωνόμασταν, θα αναστατωνόμασταν, ή θα τρέχαμε μακριά στο άκουσμα μιας βαρυσήμαντης αλήθειας..;
Και όμως, όταν τα κίνητρα όλων μας βασίζονται στην αγάπη και όχι στην αρνητική κριτική, τότε όχι μόνο αντέχουμε να ακούμε… Τότε διψάμε..!
Βαλάντης Χουτοχρήστος, Ψυχολόγος, Ψυχοθεραπευτής, Επιστημονικά Υπεύθυνος του PsychoTherapy Lab 

Γιατί ασκούμε αρνητική κριτική;

criticism1

Μήπως η κρυφή ευχαρίστηση που μας γεμίζει, όταν ασχολούμαστε με τις ζωές και τη συμπεριφορά των άλλων δεν είναι παρά οι σκιές που ρίχνουμε σε ανικανοποίητα κομμάτια του εαυτού μας, τα οποία αρνιόμαστε κατά βάθος να δεχθούμε;

Ένα σύστημα που επιβάλλει…

Ζούμε σε μία κοινωνία άκρως ανταγωνιστική, όπου κυριαρχεί έντονα η σύγκριση και η κριτική μεταξύ των ανθρώπων. Αυτά είναι μέρη του ανταγωνιστικού πνεύματος που η κοινωνία μας επιβάλει από την παιδική ηλικία, ως έναν τρόπο αξιολόγησης της επιτυχίας. Ο πιο δυνατός θα επιβιώσει, ο επιτυχής θα είναι και ο πιο ευτυχισμένος. Έχουμε μάθει να συγκρίνουμε τα επιτεύγματά μας με αυτά των άλλων προκειμένου να τα σταθμίσουμε και να δούμε κατά πόσο μας ικανοποιούν ή όχι.

Ασκούμε αρνητική κριτική γιατί αισθανόμαστε ανασφαλείς. Είναι αδύνατον να δεχθούμε τους άλλους με τα λάθη και τις ατέλειές τους, αν πρώτα δεν έχουμε αποδεχτεί τον ίδιο μας τον εαυτό. Όσο λιγότερο είμαστε σίγουροι για τον εαυτό μας, τόσο πιο πολύ ψάχνουμε να ρίξουμε το φταίξιμο στους άλλους. Μ’ αυτόν τον τρόπο βρίσκουμε δικαιολογία για τους δικούς μας φόβους και τις δικές μας αδυναμίες. Στην πραγματικότητα αναβαθμίζουμε τον εαυτό μας στα μάτια μας, κριτικάροντας τον άλλον. Είναι σαν να λέμε «Δεν είμαι και τόσο κακός: κοιτάξτε αυτόν, είναι χειρότερος από εμένα.»

Είναι πολύ πιο εύκολο να αναγνωρίσουμε τα λάθη και τις αδυναμίες των άλλων, από το να κοιτάξουμε μέσα μας και να ασκήσουμε αυτοκριτική.

Η διαδικασία αυτή αποτελεί πλέον μια συνήθεια της καθημερινής μας επικοινωνίας. Η συζήτηση γίνεται πιο ενδιαφέρουσα όταν αναφερόμαστε σε τρίτους. «Είδες τι έκανε;» παρατηρούμε και οι ακροατές κρέμονται ήδη από τα χείλη μας. Όλες οι συζητήσεις μας λοιπόν έχουν περιεχόμενο τη ζωή και τις αντιδράσεις των άλλων.

Φαίνεται πως είναι πιο ανώδυνο και εύκολο για μας, ίσως και ευχάριστο, να υπογραμμίζουμε τις ατέλειες των άλλων. Κριτικάροντας τους άλλους, εξασφαλίζουμε ασυνείδητα τους εαυτούς μας. Εμείς γινόμαστε αυτομάτως τα «καλά παιδιά», οι «διαλεκτοί», εκείνοι που είναι σωστοί. Αυτό μειώνει την ανασφάλειά μας, μας εξυψώνει. Ο πιο εύκολος τρόπος να υπερτιμήσουμε τον εαυτό μας είναι να υποτιμήσουμε όλους τους άλλους.

Πρόκειται όμως για μια λύση προσωρινή που, τελικά,  στρέφεται εξίσου εναντίον μας. Αν με τόση ευκολία κρίνουμε τους άλλους τι μας εξασφαλίζει στην περίπτωση που μας κριτικάρουν και αυτοί; Αν όντως γινόταν αυτό εμείς πως θα το δεχόμασταν; Από την στιγμή όμως που συνειδητοποιούμε ότι είμαστε έρμαιο στην κριτική των άλλων, η ανασφάλειά μας πολλαπλασιάζεται. Αντιδρούμε έτσι με περισσότερο ανταγωνισμό, ανταποδίδουμε την κριτική, και οδηγούμε τη συμπεριφορά μας στα όρια της κακίας. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος που θέλει να στιγματίζονται οι πολλοί ως αδύναμοι, προκειμένου να υπάρξουν οι λίγοι ως εκλεκτοί.

Συνέπειες της αρνητικής κριτικής

Κριτικάροντας διαρκώς τους ανθρώπους γύρω μας, υποτιμώντας την αξία τους, τις προσπάθειές τους, την προσωπικότητά τους, είναι ότι χειρότερο μπορούμε να κάνουμε στους άλλους καθώς και στον ίδιο μας τον εαυτό. Και το κάνουμε πολύ πιο συχνά απ’ ότι νομίζουμε. Ασκούμε μόνιμα κριτική. Στον εαυτό μας, στα παιδιά μας, στο σύντροφό μας, στους συναδέλφους μας, σε φίλους, σε γνωστούς, σε γείτονες και στην κοινωνία. Κάθε άνθρωπος που συναντάμε, κάθε κατάσταση που βιώνουμε, περνάει αυτόματα από ένα φίλτρο αξιολόγησης. Αυτό σίγουρα είναι καλό ως ένα βαθμό γιατί μας καθοδηγεί στο δρόμο που μας υποδεικνύει το ένστικτό μας. Από το σημείο όμως που θα αρχίσουμε να εκφράζουμε τη δυσπιστία, την αβάσιμη καχυποψία, την άρνηση και την κακόβουλη και άχρηστη κριτική θα ήταν καλύτερα να σιωπήσουμε, και να σκεφτούμε πριν μιλήσουμε.

Το ανταγωνιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μας έχει θέσει η κοινωνία να ζούμε και να αντιδρούμε, μας οδηγεί στο να ασκούμε μονίμως στον εαυτό μας συνειδητά η και πολλές φορές ασυνείδητα  μια κριτική η οποία είναι αδίσταχτη, χωρίς έλεος, σκληρή και πολλές φορές αβάσιμη. Έχουμε την τάση να απαιτούμε την τελειότητα, να είμαστε ανικανοποίητοι ή και δυστυχείς με αυτά που διαθέτουμε. Θέλουμε περισσότερα και καλύτερα, θέλουμε όλα αυτά που μας διαφεύγουν, θέλουμε και πρέπει να είμαστε τέλειοι. Η κριτική προς τον ατελή εαυτό μας επιβάλλεται προκειμένου να υποκινηθούμε για κάτι καλύτερο.

Τα ίδιο κάνουμε με όλους και με όλα γύρω μας. Θέλουμε και περιμένουμε από τους άλλους να μας φερθούν μ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο, να μας δώσουν σημασία και αξία, να είναι συνένοχοι και συνυπεύθυνοι, να καθρεφτίζουν τον εαυτό μας και κυρίως να φανούν αντάξιοι των προσδοκιών μας. Πολλές φορές χρησιμοποιούμε τους άλλους ως άλλοθι για τις δικές μας πράξεις επειδή δεν μπορούμε να αντέξουμε τις συνέπειες των ενεργειών μας.

Συνήθως ασκούμε αρνητική κριτική σε κάποιον ή κάτι όταν εμείς οι ίδιοι έχουμε ανάγκες που ίσως έχουν μείνει ανικανοποίητες. Για αυτό και όταν οι άλλοι αποτυγχάνουν να τις εκπληρώσουν, μας απογοητεύουν. Παίρνουμε έτσι το δικαίωμα να τους υποτιμήσουμε, να τους κριτικάρουμε. «Έτσι και αλλιώς δεν έκαναν αυτό που έπρεπε να κάνουν».

Ας θυμηθούμε την κινέζικη παροιμία που λέει «πριν κρίνεις τον άλλον, περπάτησε τουλάχιστον 10 χλμ. με τα παπούτσια του». Μετά ας αναρωτηθούμε: “  Πώς μπορεί ο καθένας μας να πιστέψει στη δύναμη του εαυτού του, πώς μπορεί κανείς να προχωρήσει στη ζωή με σιγουριά και ασφάλεια όταν δέχεται τόση πίεση, τόση αρνητική κριτική για το ποιόν του και τις πράξεις του; Θα ήταν ευχάριστο αν αυτό συνέβαινε σε εμάς;”

“ Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω…”

Όταν κρίνουμε, αξιολογούμε και βλέπουμε τον κόσμο εγωκεντρικά.

Ας αναρωτηθούμε για λίγο ποιοι είμαστε εμείς που κρίνουμε; Ποιος είναι αυτός που επιβάλει τους δικούς του νόμους και κανόνες συμπεριφοράς; Ποιος επιβάλει τα δικά του «πρέπει» και «θέλω»; Και ποιος από εμάς αναλαμβάνει το βάρος της αλάνθαστης κρίσης; Η κριτική για να είναι εποικοδομητική, προϋποθέτει τη γνώση του τέλειου και τη διάθεση της καλόβουλης συμβουλής προς το πρόσωπο, στο οποίο ασκείται. Έχουμε όμως τη δυνατότητα να την ασκήσουμε με τη συνείδηση μας καθαρή; Είμαστε πραγματικά σε θέση να ορίσουμε το τέλειο, το ανώτερο, το αλάνθαστο; Ποιος από εμάς μπορεί να ισχυριστεί ότι κρίνει σωστά; Ποιος είναι αυτός που είναι τέλειος;

Τι θα γινόταν αν όλοι σταματούσαμε αυτή την αδυσώπητη διαδικασία για εμάς και για τους άλλους;

Τι θα γινόταν αν ο καθένας από εμάς αντικαθιστούσε με τη δική του αυτοκριτική, την τάση που έχει να κριτικάρει τους άλλους; Θα επικεντρωνόμαστε στην κατανόηση και την εξάλειψη των δικών μας αδυναμιών. Ο χρόνος που θα αφιερώναμε στο να βελτιώσουμε τον εαυτό μας θα κάλυπτε ολόκληρη τη μέρα μας, ώστε τελικά όλοι οι άλλοι θα έμοιαζαν μια ασήμαντη λεπτομέρεια στο δικό μας κόσμο.

Είναι άραγε δυνατόν να αποφύγουμε την κριτική ακόμη και όταν η ζωή μας δυσκολεύει εξαιτίας μερικών ανθρώπων των οποίων η κακόβουλη συμπεριφορά, μας επηρεάζει καθημερινά;  Είναι σωστό σε αυτές τις περιπτώσεις να στραφούμε πάλι στον εαυτό μας, αντί να στραφούμε και να κρίνουμε την ίδια τη δυσκολία;

Εδώ χρειάζεται καταρχήν να παραδεχθούμε ότι είμαστε άτομα ελεύθερα με αυτόνομη βούληση και δικαίωμα στην επιλογή και να προβληματισθούμε για τα συναισθήματα, τις επιλογές μας ,και τη στάση που χρειάζεται να τηρήσουμε απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους. Σίγουρα πάντως η πραγματική λύση στο συγκεκριμένο πρόβλημα βρίσκεται σε άλλο επίπεδο από την αγανακτισμένη κριτική που μπορούμε πολύ εύκολα να ασκήσουμε.

Και στους αγαπημένους κριτική;

Τι γίνεται όμως με τους ανθρώπους που αγαπάμε και θέλουμε να τους δούμε καλύτερους, χωρίς ψεγάδια και αδυναμίες; Έχουμε το δικαίωμα να επέμβουμε στις προσωπικές τους επιλογές; Μια σοφή κίνηση θα ήταν να περιοριστούμε πάλι στην αυτοκριτική. Να αναρωτηθούμε πόσο εμείς οι ίδιοι είμαστε τέλειοι. Να σκύψουμε στις δικές μας αδυναμίες και να αναρωτηθούμε πώς τις πολεμάμε. Είναι σίγουρα προτιμότερο να καλύψουμε πρώτα τα δικά μας κενά, προτού υποδείξουμε στους άλλους πώς να καλύπτουν τα δικά τους. Έτσι γινόμαστε θετικό παράδειγμα, και αν κάτι υπήρχε περίπτωση να καταστραφεί σε μια σχέση μέσα από μια διαδικασία αντίδρασης, μπορεί να σωθεί εξ αιτίας της μίμησης και επιπλέον να βελτιώσει την επικοινωνία.

Όταν καταφέρουμε να απαλλαγούμε από την κριτική στάση, όταν δεχτούμε τις ατέλειες και τα λάθη των άλλων, τότε αυτόματα γεμίζουμε τους εαυτούς μας με αγάπη και ένα αίσθημα ειρήνης και δεκτικότητας απαλύνει καρδιές μας. Μαθαίνουμε να συγχωρούμε και να δεχόμαστε με αγάπη και κατανόηση τόσο τους ατελείς εαυτούς μας όσο και τους ατελείς συνανθρώπους μας.

Ας συνειδητοποιήσουμε λοιπόν τη διαφορετικότητα όλων μας.  Δίνουμε στους άλλους από αυτά που έχουμε να δώσουμε και  παίρνουμε από εκείνα, τα οποία ο άλλος μπορεί να μας δώσει. Αυτή είναι και η σημασία της επικοινωνίας, ένα ατέλειωτο πάρε δώσε που θα έπρεπε να το αφήσουμε να ρέει ανενόχλητο, χωρίς κριτικές και κατακραυγές, χωρίς αρνητικότητα και κακοβουλία. Ας πάρουμε απλά αυτά που έχουν να μας χαρίσουν οι συνάνθρωποί μας και αυτά που μπορούμε να δεχτούμε με ευχαρίστηση.

Η μόνη υποχρέωση που έχουμε είναι αυτή απέναντι στον εαυτό μας. Ας ενεργοποιηθούμε λοιπόν στα σημεία που έχουμε τη δυνατότητα, βελτιώνοντας τον εαυτό μας, τις πράξεις μας και την κοινωνία, με όποιο τρόπο  ο καθένας μας μπορεί.

Ας αγνοήσουμε όλα εκείνα που μας ενοχλούν ενώ βρίσκονται έξω από την δικαιοδοσία μας και ας τα αφήσουμε ειρηνικά να πάρουν το δικό τους δρόμο.

Πηγή:  www.diodos.info

Αρέσει σε %d bloggers: